«Ἀθανάσιον ἐπαινῶν ἀρετὴν ἐπαινέσομαι. Ταυτὸν γάρ, ἐκεῖνόν τε εἰπεῖν, καὶ ἀρετὴν ἐπαινέσαι»(PG 35,1082A) (Ἐπαινώντας τὸν Ἀθανάσιον θὰ ἐπαινέσω τὴν ἀρετήν. Γιατὶ Ἀθανάσιος καὶ ἀρετή, εἶναι τὸ ἴδιον πρᾶγμα). Οὕτως ἀρχίζει τὸν ἐγκωμιαστικὸν λόγον του εἰς τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Αὐτὸν τὸν στύλον τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰς τὸν ὁποῖον ὑποκλίνεται μὲ σεβασμὸν ὁ μέγας τῆς θεολογίας Γρηγόριος, κατηγορεῖ καὶ διαβάλλει ὁ ἐπὶ ἥμισυ σχεδὸν αἰῶνα ἀσκηθεὶς μὲ συνεισάκτους μοναχὰς πρώην Βατοπαιδινὸς ἱερομόναχος Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ.
Ἰδοὺ τί ἔγραψε πρὸ εἰκοσαετίας, μέσῳ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» (15/08/1989), εἰς τὸν συντάκτην τοῦ παρόντος κειμένου:
«Ἀφίεσθε εἰς τὸ νεαρὸν τῆς ἡλικίας ἡμῶν καὶ τὸ ἄπειρον περὶ τὸν μοναχικὸν βίον, τὸν ὁποῖον ὡς ἔγγαμος ἀπό τινων βιβλίων μόνον γνωρίζετε; Ἀλλὰ δὲν ἀνέγνωτε, ἔστω, ἐν τῷ Λαυσαϊκῷ ἢ παρὰ τῷ ἱστορικῷ Σωζωμενῷ, ἢ καὶ ἐν τῷ Βίῳ τοῦ Ἀθανασίου τῷ «ἐκ τοῦ Μεταφραστοῦ» καλουμένῳ, πῶς ὁ Μέγας Ἅγιος –τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα καυχᾶται φέρων ὁ ὑμέτερος σύλλογος –διέμεινε κρυπτόμενος ἐπὶ ἕξ ἔτη μετὰ παρθένου, καὶ τοῦτο «σφόδρα ὡραιοτάτης», ὑπηρετούμενος ὑπ’ αὐτῆς εἰς πάσας τὰς σωματικὰς αὐτοῦ χρείας, καὶ ὑπ’ αὐτῆς νιπτόμενος καὶ τοὺς πόδας ἔτι; Καὶ ὁποίαν δικαιολογίαν ἔδωσε περὶ τούτου! Καὶ πῶς τὸ ρῆμα ἐχρησιμοποίησε «μνηστεύειν»; Τί θὰ ἐλέγετε ὑμεῖς, ἂν ἐβλέπετε τότε καὶ ἠκούετε ταῦτα, ἅτινα ἀσφαλῶς ὑπερβαίνουν τὰ μέτρα ὑμῶν; Τίνων ὅμως τὰ μέτρα καθορίζουν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τὸ ἐν ἑκάστῃ περιπτώσει δέον;
Περὶ ποίας ἁμαρτίας ἐλέγχετε ἡμᾶς; Θὰ εἴπητε ἀσφαλῶς τὴν παράβασιν κανόνων. Λησμονεῖτε, ὅμως, ὅ,τι πρὸ ὑμῶν εἰπέ Τις μείζων ὑμῶν τε καὶ ἡμῶν «Τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον» (Μάρκ. β’ 27)».
Τί ἱσχυρίζεται ἐδῶ ὁ ἁγιομάχος καὶ ἐν πνευματικῇ μοιχείᾳ ἀποβιώσας Σαχάρωφ: «Ὅτι ὁ μέγας Ἀθανάσιος ἠσκεῖτο μὲ ὡραιοτάτην παρθένον καὶ ἦτο μάλιστα μεμνηστευμένος μετ’ αὐτῆς». Ὦ τῆς παραφροσύνης! Ὦ τῆς τοῦ νοὸς διαστροφῆς!!! Μόνον οἱ Ἀρειανοὶ ἐτόλμησαν νὰ κατηγορήσουν τὸν μέγαν αὐτὸν ἅγιον δι’ ἀνηθικότηταν!!!
Παραθέτομεν τὸ αὐτούσιον κείμενον τοῦ Λαυσαϊκοῦ διὰ νὰ ἴδῃ κάθε καλοπροαίρετος πῶς ὁ γκουροῦ τοῦ Ἔσσεξ διαστρέφει ἐσκεμμένως, διὰ νὰ δικαιολογήσῃ τὸν ἀσεβέστατον βίον του, τὴν ἔννοιαν τοῦ ρήματος «μνηστεύειν»:
«Κατέφυγον δὲ πρὸς ἐκείνην, πρὸς ἣν ὑποψίαν οὐδεὶς ἐδύνατο ἔχειν, ὡς πρὸς ὡραίαν καὶ νεωτέραν. δύο μνηστευσάμενος τὰ καλά, καὶ τὴν σωτηρίαν ἐκείνης. ὠφέλησα γὰρ αὐτήν, καὶ τὴν ἐμὴν δόξαν καὶ ἀσφάλειαν» (PG 34,1235D). Πῶς ἑρμηνεύεται λοιπόν, τὸ ρῆμα εἰς τὸ κείμενον αὐτό; «Ἐκέρδισα ἢ ἐπέτυχα ἢ κατόρθωσα δύο πράγματα καὶ τὴν σωτηρίαν ἐκείνης διότι τὴν ὠφέλησα καὶ τὴν ἰδικήν μου ὑπόληψιν καὶ ἀσφάλειαν». Καμμία ἀπολύτως σχέσις μὲ μνηστεῖες καὶ γάμους!!!
Πρέπει ἐδῶ νὰ ἀναφερθῇ ὅτι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ποὺ ἐξεφώνησε τὸν προαναφερθέντα λόγον του τὴν 2αν Μαΐου τοῦ 379, ἤτοι 40 περίπου ἔτη, ἐνωρίτερον ἀπὸ τὴν συγγραφήν, ὑπό τοῦ Παλλαδίου Ἑλενουπόλεως, τοῦ Λαυσαϊκοῦ, ἀναφέρει ρητῶς ὅτι τὸν μέγαν πατέρα τῆς Ἐκκλησίας ἔκρυβαν μοναχοὶ τῆς Αἰγύπτου καί: «Αἰ γνῶμαί του ἦσαν πλάκες τοῦ Μωϋσέως καὶ τοῦ εἶχον περισσότερον σέβας ἀπὸ ὅτι ὀφείλουν οἱ ἅνθρωποι εἰς τοὺς ἁγίους. Ὅταν ἔφθασαν μερικοὶ ποὺ ἀναζητοῦσαν τὸν ἅγιον σὰν κάποιο ἀγρίμι καὶ ψάχνοντας δὲν ἔβρισκαν τίποτε, οὔτε ποὺ ὡμίλησαν εἰς τοὺς στρατιώτας ἀλλά ἥπλωσαν τὸν τράχηλόν τους εἰς τὰ ξίφη. Ἐπίστευαν ὅτι ἐκινδύνευαν διὰ τὸν Χριστὸν καὶ ἐνόμιζαν ὅτι καὶ τὸ φοβερώτερον μέρος τῆς ἀσκήσεώς τους. καὶ ἀπὸ τὰς μεγάλας νηστείας των καὶ τὰ πλαγιάσματα εἰς τὴν γῆν καὶ τὴν ἄλλην ταλαιπωρίαν, ποὺ εἶναι παντοτινὰ ἐντρυφήματά τους, πολύ πιὸ ἱερὸν καὶ ὑψηλότερον.
Ἐζοῦσε λοιπὸν, αὐτὸς ἀνάμεσά των καὶ ἐπαινοῦσε τὴν γνώμην τοῦ Σολομῶντος. «εἶναι καιρὸς διὰ κάθε πρᾶγμα» (Ἐκκλ. 3,1). Δι’αὐτὸ ἐκρύπτετο, ὥσπου νὰ περάσῃ ὁ καιρὸς τοῦ πολέμου καὶ νὰ παρουσιασθῇ μὲ τὸν καιρὸν τῆς εἰρήνης, πρᾶγμα ποὺ ἔγινεν ἐντὸς ὁλίγου. (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, 6 Λόγοι, Θεσσαλονίκη, Πατερικαὶ Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», 1980, σ.69).
|
Ὁ γ. Σωφρόνιος μὲ τὴν
γ. του Ἐλισάβετ |
Ἰδοὺ πῶς ἐτιμοῦσαν οἱ ἀληθινοὶ ἀσκηταὶ τὸν μέγαν φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας μας. Πῶς ὅμως περιγράφει ὁ μέγας Γρηγόριος τὸν νοητὸν αὐτὸν ἀστέρα τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας;
«Τὴν μὲν ἀρετὴν ἀπρόσιτος τὴν ἐντυχίαν δὲ καὶ λίαν εὐπρόσιτος, πρᾶος, ἀόργητος, συμπαθής, ἡδὺς τὸν λόγον, ἡδίων τὸν τρόπον, ἀγγελικὸς τὸ εἶδος, ἀγγελικώτερος τὴν διάνοιαν... Τί ἂν ἡμῖν ἀναζωγραφοίην τὸν ἄνδρα; Παῦλος προλαβών ἔγραψε....» (PG35, 1092 A, B, C).
Αὐτὴν τὴν ἡρικωϊκοτέραν μορφὴν τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν τιτάνα τῆς Πίστεώς μας, ἐτόλμησεν ὁ μετὰ συνεισάκτων ἀσκούμενος Σαχάρωφ νὰ σπιλώσῃ!! Τοῦ ἀφιερώνουμε, λοιπόν, καθὼς ἐπίσης καὶ εἰς τοὺς ἀθεολόγητους κληρικοὺς ὁπαδούς του, τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος διὰ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου:
«Ἱερόσυλοι χθές, ἱερεῖς σήμερα, μακρυὰ ἀπὸ τὸν κύκλον τῶν χριστιανῶν χθὲς καὶ σήμερα μυσταγωγοὶ τῆς πίστεως, παλαιοὶ εἰς τὴν κακίαν καὶ ὁλότελα βρέφη εἰς τὴν εὐσέβειαν. Τοῦτο εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρωπίνης εὐνοίας καί ὄχι τῆς χάριτος τοῦ Πνεύματος. Αὐτοὶ ὅταν κακοποιήσουν τὰ πάντα, κακοποιοῦν εἰς τὸ τέλος καὶ τὴν εὐσέβειαν. Εἰς αὐτοὺς δὲν πιστοποιεῖ ὁ τρόπος τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ τὸ ἀξίωμα τὸν τρόπον, μὲ ριζικὰς ἀνατροπὰς τῆς φυσικῆς σειρᾶς. Οἱ πιὸ πολλοὶ πρέπει νὰ ἀποδίδουν τὴν θυσίαν διὰ τὸν ἑαυτόν τους καὶ ὄχι διὰ τ’ ἀγνοήματα τοῦ λαοῦ» (Γρηγορίου, 6 Λόγοι, σ.51). |
Ὁ Μητροπ. Ἱερόθεος Βλάχος μὲ τὸν
γ. Σωφρόνιο καὶ μοναχοὺς καὶ μοναχὰς τοῦ Ἔσσεξ |
Ὁ Σέργιος–Σωφρόνιος Σαχάρωφ (1816-1993), Ρῶσος τὴν καταγωγὴν καὶ ἐπὶ ὀκταετίαν (;) βουδιστὴς (1916-1924). Μοναχὸς εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐμελέτησεν κατόπιν συμβουλῆς τοῦ ψευδοϊερέως καὶ Ἄγγλου ἀρχικατασκόπου, ἀνθέλληνος καὶ ἐγκληματία πολέμου, Δ. Μπάλφουρ, τὸ βιβλίον τοῦ πλανεμένου παπικοῦ Ἰωάννου τοῦ Σταυροῦ, «Η μαύρη νύκτα τῆς ψυχῆς» καὶ κατεσκεύασε τὴν κακόδοξον θεολογίαν τῆς «θεοεγκαταλείψεως». Μετὰ ἐγκατέλειψεν διὰ παντὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος διὰ νὰ συνεχίσῃ θεολογικὰς σπουδὰς εἰς τὴν Ἑσπερίαν!!! Ἵδρυσεν μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Μπάλφουρ τὴν πρώτην εἰς τὸν Ὀρθόδοξον κόσμον «μονὴν» ὅπου μοναχοὶ ἀσκοῦνται μὲ «σφόδρα ὡραιοτάτους παρθένας». Ἄφησεν δὲ ἐποχὴν διὰ τὸ ἔργον ποὺ ἐπετέλεσεν εἰς τὸ Ἔσσεξ ἤτοι: ἐναγκαλισμοὺς μὲ ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς καὶ μεταδόσεως εἰς αὐτοὺς τῶν θείων μυστηρίων καὶ διὰ τὰς κακοδοξίας τῶν συγγραμμάτων του. Οἱ ἀοίδοιμοι εὐσεβέστατοι ἁγιορεῖται γέροντες Διανιὴλ ὁ Κατουνακιώτης, Θωμᾶς καὶ Γαβριὴλ ὁ Διονυσιάτης ἀποκαλοῦσαν τὸν Σαχάρωφ: «πράκτορα τῶν Ἐγγλέζων».
|